Η ανάγνωση θεωρείται μια γνωστική διαδικασία επεξεργασίας πληροφοριών οι οποίες προσλαμβάνονται μέσω του κώδικα του γραπτού λόγου. Η ανάγνωση αποτελεί τον κυριότερο τρόπο μάθησης κι απόκτησης γνώσεων. Η απόκτηση γνώσεων δεν είναι παθητική εγγραφή πληροφοριών στη μνήμη αλλά το αποτέλεσμα της γνωστικής επεξεργασίας πληροφοριών με την ενεργό συμμετοχή του ατόμου που μαθαίνει.

Η ανάγνωση προϋποθέτει την επεξεργασία των πληροφοριών στο επίπεδο του συλλογισμού και της λογικής σκέψης. Κατά τον Piaget, κατά την γνωστική ανάπτυξη του ατόμου συντελείται η μετάβαση από την αντιληπτική κατανόηση  στην εννοιολογική κατανόηση διαμέσου μιας ενεργητικής διαδικασίας δόμησης πληροφοριών. Ως εκ τούτου, συμπεραίνουμε ότι η ανάγνωση είναι και πρέπει να είναι μια ενεργητική διαδικασία κατανόησης εννοιών κι απόκτησης γνώσεων.

Πότε όμως ένα παιδί, ενδέχεται, να δυσκολευτεί στην ανάγνωση; Η απάντηση είναι ότι θα δυσκολευτεί εάν δεν διδαχθούν οι δύο πολύ βασικές γνωστικές λειτουργίες που είναι η αποκωδικοποίηση και η κατανόηση. Ως αποκωδικοποίηση νοείται η αναγνώριση των γραπτών / οπτικών συμβόλων που αποτελούν τον γραπτό κώδικα καθώς και τη «μετάφρασή» τους σε φωνολογική παράσταση. Η ολοκλήρωση της αποκωδικοποίησης καθιστά, με τη σειρά της, ικανή την κατανόηση της σημασίας των λέξεων. Παράλληλα, η διεκπεραίωση της λειτουργίας αυτής προϋποθέτει τη γνώση του ορθογραφικού συστήματος στο οποίο είναι γραμμένη μια λέξη καθώς και την επίγνωση ότι η αντίστοιχη προφορική λέξης συγκροτείται από φωνημικές μονάδες οι οποίες αναπαρίστανται από τα γραπτά σύμβολα. Επιπλέον, προϋποθέτει τη σωστή λειτουργία της αντίληψης και μνήμης γραφημικών και φωνολογικών πληροφοριών, προκειμένου να είναι δυνατή η αναγνώριση των γραμμάτων και ο φωνημικός προσδιορισμός τους με βάση τη γνώση της αντιστοιχίας μεταξύ γραμμάτων και φθόγγων καθώς και των βασικών εννοιών που την διέπουν. Από την άλλη, η κατανόηση απαιτεί πρόσβαση στη σημασιολογική μνήμη. Για παράδειγμα, όταν ένας  μαθητής γνωρίζει από τον προφορικό λόγο της σημασία της λέξης «θερμοκήπιο» στον προφορικό λόγο, όταν θα δει γραπτά την ίδια λέξη θα καταστεί ικανή η κατανόηση της γραπτής λέξης «θερμοκήπιο». Σε αυτή την περίπτωση, ο μαθητής διεκπεραίωσε με επιτυχία τόσο την αποκωδικοποίηση όσο και την κατανόησης της λέξης.

Από όλα τα παραπάνω, συμπεραίνουμε ότι η ανάγνωση είναι αποτέλεσμα της επιτυχούς λειτουργίας και των δύο αυτών λειτουργιών. Αντιστοίχως, δεν έχουμε ολοκληρωμένη απάντηση όταν δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τη σημασία της λέξης που αποκωδικοποιούμε.

Η ανάγνωση θα μπορούσε  να θεωρηθεί όχι ως άθροισμα αλλά ως το γινόμενο των δύο αυτών λειτουργικών παραγόντων. Άρα εάν ένας από τους δύο παράγοντες δεν λειτουργεί πλήρως τότε το αποτέλεσμα (δηλαδή η ανάγνωση) δεν είναι ολοκληρωμένο!  Όλοι οι δάσκαλοι και καθηγητές ξένων γλωσσών θα πρέπει να επενδύουν τον ίδιο χρόνο και στις δύο λειτουργίες, δεδομένου ότι όλοι μας έχουμε παρατηρήσει ότι υπάρχουν μαθητές που αποκωδικοποιούν σωστά αλλά δεν μπορούν να κατανοήσουν αυτά που τα ίδια έχουν διαβάσει.