Αναμφισβήτητα, κανένας από εμάς δε βλέπει τους ανθρώπους γύρω του όπως τα υπόλοιπα φυσικά αντικείμενα. Τα αντικείμενα τα μεταχειριζόμαστε, τα πετάμε, τα βλέπουμε ως μάζες ύλης που σπρώχνονται και πέφτουν σύμφωνα με αιτιακούς νόμους. Τους ανθρώπους, όμως, τους βλέπουμε ως όντα με συνείδηση, λόγο, σκέψη και με μια ικανότητα να αναπτύξουν συγκεκριμένες συμπεριφορές. Οι άνθρωποι, αλήθεια, συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο; Ή πρέπει να συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο; Τι υποκινεί μια συμπεριφορά;

Κάτω από ορισμένες συνθήκες, πιστεύουμε ότι κάποιος ενήργησε με έναν συγκεκριμένο τρόπο γιατί λειτούργησαν κάποιες εσωτερικές αιτίες όπως η προσωπικότητά του κι όχι από εξωτερικές αιτίες όπως η κοινωνική πίεση. Η «θεωρία της απόδοσης», λοιπόν, ορίζει το πότε κρίνουμε ότι οι άλλοι ενήργησαν από εσωτερικές αιτίες. Αυτές οι αιτίες περιλαμβάνουν:

  1. Τη σκέψη που γεννάται στον καθένα μας όταν η συμπεριφορά κάποιου δεν συμφωνεί με τους «αποδεκτούς» κανόνες. Τότε λέμε ότι αυτός «φέρεται περίεργα» ή «ξέφυγε από κάθε σύμβαση».
  2. Την κατάσταση του ένα άτομο να φαίνεται πως έχει απελευθερωθεί από κοινωνικές πιέσεις. Ας δούμε κάτι αντιφατικό… Ο διευθυντής μιας μεγάλης επιχείρησης συμμορφώνεται με έναν κανόνα… «Μπράβο καλά έκανε και το σκέφτηκε». Ελεύθερη βούληση, θα πούμε εμείς. Όταν, όμως, ένα άτομο κατώτερης κοινωνικής τάξης συμμορφωθεί, τότε θα το αποδώσουμε σε κοινωνική πίεση! Περίεργο δεν είναι αυτό;
  3. Βγάζουμε συμπεράσματα για την προσωπικότητα κάποιου όταν κι εάν όλα τα είδη συμπεριφοράς που αναπτύσσει οδηγούν στον ίδιο στόχο όπως πχ. στην απόκτηση χρημάτων. Τότε, μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι αυτός ο στόχος αποτελεί το κίνητρο όλων των ενεργειών του.

Εντούτοις, γίνονται και λάθη!!!! Πότε;

Όταν οι άνθρωποι αποδίδουν μια πράξη στην προσωπικότητα εκείνου που την εκτελεί ενώ ταυτόχρονα ο ίδιος την αποδίδει σε εξωτερικούς παράγοντες. Γενικά ένας παρατηρητής υπερτιμά τη σημασία των υποκειμενικών παραγόντων και υποτιμά τους αντικειμενικούς. Ένα παράδειγμα υπερτίμησης των υποκειμενικών παραγόντων είναι και η υπόθεση ότι όσοι έχουν ατυχήματα είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι. Ένα παράδειγμα υποτίμησης των αντικειμενικών παραγόντων είναι η τάση μας να παραβλέπουμε τη δική μας επίδραση πάνω στη συμπεριφορά των άλλων. Αν κάποιος είναι κακοδιάθετος και δείχνει προκλητικός απέναντί μας, αυτό μπορεί και να οφείλεται, εν μέρει, στη δική μας συμπεριφορά.

Κάνουμε λάθος όταν οι εντυπώσεις μας για την προσωπικότητα των άλλων βασίζονται, εν μέρει, σε στερεοτυπικές αντιλήψεις. Για παράδειγμα, συναντούμε μια γυναίκα και μας λέει ότι σπουδάζει στην Οξφόρδη! Αυτόματα γίνεται αρεστή! Αυτόματα αξίζει σεβασμό! Αυτόματα είναι το αντικείμενο του πόθου για τους άντρες! Ένας άντρας είναι καλοντυμένος και γλυκομίλητος. Αυτόματα τον κοιτάζουμε και είναι αδύνατον να διανοηθούμε ότι δεν είναι καλός και καλλιεργημένος! Άρα; Ντύσιμο, μόρφωση, χρήματα μας έχουν σχηματίσει ήδη μια θετική άποψη! Πόσο μεγάλο λάθος, όμως! Αρκεί να θυμηθούμε περιστατικά ατόμων υπεράνω κάθε υποψίας, οι οποίοι ήταν εγκληματίες, παιδεραστές και με συχνά «πάρε- δώσε» με τον νόμο. Επιστήμονες έρχονται να μας αποδείξουν ότι οι εντυπώσεις μας για τους άλλους βασίζονται, εν μέρει, στα συμπεράσματα που βγάζουμε από την εμφάνιση τους. Οι άνθρωποι πχ που φορούν γυαλιά θεωρούνται έξυπνοι αν και ο Argyle και Mc Henry διαπίστωσαν ότι αυτή η εντύπωση διαλύεται μετά από λίγα λεπτά, μόλις δούμε τον άλλον στη συμπεριφορά του ή ακόμη και στη δουλειά του. Το ίδιο μπορεί να ισχύει και για άλλες παραδοσιακές αντιλήψεις του τύπου, όποιος έχει λεπτά χείλη είναι ευσυνείδητος, όποιος έχει ψηλό μέτωπο είναι έξυπνος, όποιος έχει σκούρο ή τραχύ δέρμα είναι εχθρικός και πολλά ακόμη!

Πόσο λάθος όλα αυτά! Πεποιθήσεις, στερεότυπα μας αλλοτριώνουν και μας ωθούν σε λανθασμένες κρίσεις για τους ανθρώπους! Σταματάμε μπροστά στον άνθρωπο, τον παρατηρούμε, του δίνουμε χρόνο, απαλλασσόμαστε από πεποιθήσεις που μας πέρασαν γονείς, κοινωνία. φίλοι και τότε μπορούμε να σχηματίσουμε άποψη! Εάν όλα ήταν εικόνα, τότε δεν θα χρειαζόταν καν η ψυχολογία αλλά οι make-up artists, οι πλαστικοί χειρουργοί και οι στυλίστες!